Science

Αντιμετώπιση της έλλειψης σιδήρου με διγλυκινικό σίδηρο

Στην Ευρώπη αλλά και παγκόσμια, η έλλειψη σιδήρου θεωρείται μια από τις κύριες διαταραχές διατροφικής ανεπάρκειας που επηρεάζει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ιδιαίτερα ομάδες όπως τα παιδιά, οι γυναίκες με έμμηνο ρύση και οι έγκυες γυναίκες.

Ορισμένοι παράγοντες όπως ο τύπος αντισύλληψης στις γυναίκες, η αιμοδοσία ή η μικρή παθολογική απώλεια αίματος αυξάνουν σημαντικά τη δυσκολία κάλυψης των αναγκών σε σίδηρο. Επιπλέον, τα άτομα που ακολουθούν δίαιτες χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας φαίνεται πως διατρέχουν υψηλό κίνδυνο έλλειψης σιδήρου.

Ο σίδηρος είναι απαραίτητο συστατικό της αιμοσφαιρίνης στα ερυθρά αιμοσφαίρια και της μυοσφαιρίνης στους μύες, τα οποία περιέχουν περίπου το 60% του συνολικού σιδήρου του σώματος.

Είναι επίσης απαραίτητος για τη λειτουργία διαφόρων κυτταρικών μηχανισμών, συμπεριλαμβανομένων των ενζυματικών διεργασιών, της σύνθεσης DNA και της παραγωγής μιτοχονδριακής ενέργειας.

Επειδή η διατροφική πρόσληψη σιδήρου είναι περιορισμένη (1–2 mg την ημέρα), χρειάζονται άλλες πηγές για την ομοιόσταση του σιδήρου—π.χ. η ανακύκλωση γερασμένων ερυθροκυττάρων στα μακροφάγα, η ανταλλαγή σιδήρου σε ένζυμα που περιέχουν σίδηρο και οι αποθήκες σιδήρου στο ήπαρ.

Επομένως, ο σίδηρος του πλάσματος αναστρέφεται γρήγορα και προέρχεται κυρίως από σίδηρο που συλλέγεται από γερασμένα ερυθρά αιμοσφαίρια, και από μία μικρότερη ποσότητα που απορροφάται από τη διατροφή στο δωδεκαδάκτυλο, όπου η απόκτηση σιδήρου στο σώμα ρυθμίζεται ομοιοστατικά.

Αιμικός και μη αιμικός σίδηρος

Ο αιμικός και ο μη αιμικός σίδηρος όμως έχουν διαφορετικούς μηχανισμούς απορρόφησης στο δωδεκαδάκτυλο. Για τον σίδηρο αίμης, η πρωτεΐνη φορέας αίμης 1 (HCP-1) μεταφέρει τον σίδηρο στον αυλό των εντεροκυττάρων, όπου ο σίδηρος απελευθερώνεται από τον δακτύλιο πρωτοπορφυρίνης XI με την οξυγενάση της αίμης.

Ο μη αιμικός σίδηρος μετατρέπεται αρχικά από σίδηρο Fe3+ σε σίδηρο Fe2+ από το ένζυμο αναγωγάση δωδεκαδακτυλικού κυτοχρώματος Β (DCYTB). Στη συνέχεια, ο μεταφορέας δισθενούς μετάλλου-1 (DMT-1) στην επιφάνεια των εντεροκυττάρων του δωδεκαδακτύλου μεταφέρει ενεργά τον ανηγμένο σίδηρο στο εντεροκυτταρικό κυτταρόπλασμα.

Ο σίδηρος, ουσιαστικά, ρυθμίζεται στο επίπεδο της εντερικής απορρόφησης για να αποφευχθεί η υπερφόρτωση σιδήρου καθώς υπάρχει έλλειψη οδού απέκκρισης σιδήρου.

Η εψιδίνη είναι ο κύριος ρυθμιστής για τη συσσώρευση σιδήρου στον οργανισμό, αφού η παραγωγή της από τα ηπατοκύτταρα πυροδοτεί την αποικοδόμηση της φερροπορτίνης, μιας διαμεμβρανικής πρωτεΐνης που εμπλέκεται στην εκροή σιδήρου, εμποδίζοντας την περαιτέρω απορρόφηση του σιδήρου.

Ανεπάρκεια σιδήρου

Η ανεπάρκεια σιδήρου είναι η εξάντληση του ολικού σιδήρου του σώματος, ειδικά των αποθεμάτων σιδήρου των μακροφάγων και των ηπατοκυττάρων.

Επειδή η μεγαλύτερη ποσότητα σιδήρου καταναλώνεται για τη σύνθεση της αιμοσφαιρίνης εξαιτίας της παραγωγής δισεκατομμυρίων ερυθροκυττάρων καθημερινά, η αναιμία είναι το πιο εμφανές σημάδι έλλειψης σιδήρου και η αναιμία συχνά θεωρείται συνώνυμη με την έλλειψη σιδήρου.

Ωστόσο, η ανεπάρκεια σιδήρου είναι μια ευρύτερη κατάσταση που συχνά προηγείται της εμφάνισης σιδηροπενικής αναιμίας ή υποδηλώνει ανεπάρκεια σε όργανα/ιστούς άλλους από αυτούς που εμπλέκονται στην ερυθροποίηση, όπως οι σκελετικοί μύες και η καρδιά.

Πέρα από την απόλυτη έλλειψη σιδήρου, που προκύπτει όταν τα συνολικά αποθέματα σιδήρου στο σώμα είναι χαμηλά ή εξαντλημένα, υπάρχει και η λειτουργική ανεπάρκεια σιδήρου, μια διαταραχή κατά την οποία τα συνολικά αποθέματα σιδήρου στο σώμα είναι φυσιολογικά ή αυξημένα, αλλά η παροχή σιδήρου στον μυελό των οστών είναι ανεπαρκής.

Η λειτουργική ανεπάρκεια σιδήρου μπορεί να είναι παρούσα σε πολλές οξείες και χρόνιες φλεγμονώδεις καταστάσεις και η εψιδίνη - ο κύριος ρυθμιστής της ομοιόστασης του σιδήρου - έχει βασικό ρόλο στην παθογένεση.

Συμπτώματα ανεπάρκειας

Η έλλειψη σιδήρου μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα τόσο παρουσία όσο και απουσία σιδηροπενικής αναιμίας αλλά ενδέχεται να είναι και ασυμπτωματική.

Τα κοινά συμπτώματα της αναιμίας λόγω της ανεπάρκειας σιδήρου περιλαμβάνουν κόπωση και λήθαργο, μειωμένη συγκέντρωση, ζάλη, εμβοές, ωχρότητα και πονοκέφαλο.

Άλλες πιο σπάνιες εκδηλώσεις περιλαμβάνουν αλωπεκία, ξηροδερμία, κοιλονυχία και ατροφική γλωσσίτιδα. Ακόμα, η έλλειψη σιδήρου ενδέχεται να προάγει το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών.

Η έλλειψη σιδήρου και η αναιμία μπορούν επίσης να επιδεινώσουν τα συμπτώματα άλλων παθολογικών καταστάσεων και να επιδεινώσουν την πρόγνωση ιατρικών καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένης της καρδιακής ανεπάρκειας και της ισχαιμικής καρδιακής νόσου.

Η σοβαρή μορφή της αναιμίας είναι ικανή να προκαλέσει αιμοδυναμική αστάθεια, αλλά ακόμη και όταν είναι ασυμπτωματική, η ανεπάρκεια σιδήρου μπορεί να προάγει μη βέλτιστα λειτουργικά αποτελέσματα, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης απόδοσης σωματικής άσκησης και της νευρογνωστικής ανάπτυξης.

Αντιμετώπιση έλλειψης σιδήρου

Για την πρόληψη και τη θεραπεία της ανεπάρκειας σιδήρου και της αναιμίας, συνταγογραφούνται συμπληρώματα σιδήρου σε μεγάλο βαθμό σε ένα ευρύ φάσμα ασθενών.

Η ενδοφλέβια και από του στόματος θεραπεία σιδήρου φαίνεται πως είναι ικανές να επαναφέρουν τα επίπεδα σιδήρου. Ο σίδηρος από το στόμα είναι η πιο κοινή θεραπεία λόγω του χαμηλού κόστους, της υψηλής βιοδιαθεσιμότητας και της αποτελεσματικότητάς του.

Ωστόσο, ένας σημαντικός κλινικός περιορισμός της από του στόματος θεραπείας είναι ότι συχνά προκαλεί σημαντικές γαστρεντερικές παρενέργειες όπως δυσκοιλιότητα, κοιλιακό άλγος, ναυτία και φούσκωμα.

Τα συμπληρώματα σιδήρου που διατίθενται στην αγορά ποικίλλουν ευρέως ως προς τη δοσολογία, τη σύνθεση, το κόστος και τη βιοδιαθεσιμότητα και υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι διαθέσιμων συμπληρωμάτων σιδήρου από το στόμα, αλλά ο πιο συχνά συνταγογραφούμενος από του στόματος σίδηρος είναι ο θειικός σίδηρος, πιθανά λόγω της υψηλής βιοδιαθεσιμότητάς του.

Συχνά τα συμπληρώματα σιδήρου περιέχουν σημαντικά περισσότερο σίδηρο από αυτό που μπορεί να απορροφήσει ο οργανισμός, με μεγάλες ποσότητες μη απορροφημένου σιδήρου να παραμένουν στον αυλό του γαστρεντερικού σωλήνα.

Τα αυξημένα επίπεδα σιδήρου στην γαστρεντερική οδό επηρεάζουν τη σύνθεση της μικροχλωρίδας του εντέρου, βοηθώντας στην αύξηση των επίπεδων των εντεροπαθογόνων μικροοργανισμών και μείωση των προστατευτικών ειδών Lactobacilli.

Με σκοπό να παρέχει όλα τα θετικά ενός συμπληρώματος σιδήρου αποφεύγοντας τις παρενέργειες που αυτά συνήθως προκαλούν, το συμπλήρωμα διατροφής IRON SOFTLY ABSORBED, βασίζεται στον διγλυκινικό σίδηρο, καθώς υποστηρίζεται ότι έχει καλύτερη συμμόρφωση των ασθενών λόγω των λιγότερων παρενεργειών του γαστρεντερικού σωλήνα.

Διγλυκινικός σίδηρος

O διγλυκινικός σίδηρος αποτελείται από ένα χηλικό άτομο σιδήρου συνδεδεμένο με δύο μόρια γλυκίνης, με ομοιοπολικούς και συντονισμένους δεσμούς.

Ουσιαστικά, το αμινοξύ γλυκίνη χηλοποιεί τον σίδηρο, σχηματίζοντας μια χημικά αδρανή ένωση που απορροφάται στον εντερικό βλεννογόνο με μηχανισμό που του επιτρέπει να απορροφάται 3-4 φορές υψηλότερη από τον θειικό σίδηρο.

Ο διαφορετικός αυτός εντεροκυτταρικός μηχανισμός απορρόφησης του στα εντερικά κύτταρα, σε σύγκριση με άλλα στοιχεία σιδήρου, παίζει ρόλο στην απουσία συμπτωμάτων του γαστρεντερικού συστήματος, καθώς είναι 100% διαλυτός στο νερό σε pH 2 και pH 6, υποδηλώνοντας ότι ο σίδηρος απορροφάται όχι μόνο στο δωδεκαδάκτυλο, αλλά και σε άλλα μέρη του λεπτού εντέρου.

Ακόμα, η ικανότητα του διγλυκινικού σιδήρου να διασπάται γρηγορότερα που οφείλεται στους ασθενέστερους δεσμούς μεταξύ των μορίων που τον συγκρατούν, καθιστά αυτή τη διαλυτή αλλά σταθερή ένωση σημαντικά πιο ήπια για το στομάχι από το θειικό σίδηρο.

Τέλος, σε πληθώρα μελετών, ο διγλυκινικός σίδηρος έχει επίσης δείξει παρόμοια βιοδιαθεσιμότητα με το θειικό σίδηρο και φαίνεται πως βελτιώνει την απορρόφηση, την αποθήκευση και την αύξηση του επιπέδου της αιμοσφαιρίνης καλύτερα από τα συμβατικά χρησιμοποιούμενα άλατα σιδήρου, υποδηλώνοντας ότι μπορεί να είναι μια εξαιρετική επιλογή όχι μόνο για τα άτομα που έχουν πεπτικά προβλήματα ή ακόμα και νόσους του εντέρου, αλλά για όλους.

Iron softly absorbed

Επομένως, το συμπλήρωμα διατροφής IRON SOFTLY ABSORBED έχει λιγότερες παρενέργειες του γαστρεντερικού σωλήνα, καλύτερη απορρόφηση και καλύτερη αποθήκευση σιδήρου.

Έπειτα από μελέτες, η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψή του είναι 25mg και έτσι επιλέχθηκε να περιέχεται στο IRON SOFTLY ABSORBED 25mg πατενταρισμένου διγλυκινικού σιδήρου Ferrochel®.

Το Ferrochel επιλέχθηκε γιατί πέρα των πλεονεκτημάτων του ως διγλυκινικός σίδηρος, είναι ιονικά ουδέτερα από την κατοχυρωμένη με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας διαδικασία χηλίωσης, σε αντίθεση με τα περισσότερα συμπληρώματα σιδήρου που έχουν θετικό φορτίο.

Κατά συνέπεια το IRON SOFTLY ABSORBED δεν απενεργοποιεί ή εμποδίζει την απορρόφηση άλλων θρεπτικών συστατικών αποτελώντας ιδανική λύση για μητέρες που κυοφορούν και παιδιά, αλλά και όποιον θέλει να επωφεληθεί από την πρόσληψη σιδήρου δίχως τις ανεπιθύμητες ενέργειες.